Πέμπτη 3 Μαρτίου 2022

Η ελληνική εκστρατεία στην Κριμαία το 1919


«Η  Ελλάδα είναι πάντα στη σωστή πλευρά της Ιστορίας». Αυτή είναι η καραμέλα που πιπιλάνε  αυτές τις μέρες τα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης, στην προσπάθειά τους να δικαιολογήσουν την αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία.  Και μπορεί πράγματι να πιστεύουν πως η Ελλάδα ήταν πάντα στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Δεν είναι καθόλου αφύσικο ένας δούλος που δεν έχει μάθει ποτέ να ζει ελεύθερος, να πιστεύει πως η σωστή πλευρά είναι το συμφέρον του αφεντικού του. Για τους δουλοπρεπείς ηγέτες αυτής της χώρας, είναι μάλλον προφανές πως η σωστή πλευρά της Ιστορίας είναι η πλευρά του ΝΑΤΟ. 

Η μικρή Ελλάς ήταν πάντα εκεί όπου την πρόσταξαν τα αφεντικά της. Όπως στην Κορέα, το 1955, όπου έστειλε συνολικά πάνω από δέκα χιλιάδες στρατιώτες. Από αυτούς, οι 200 γύρισαν νεκροί και οι 600 τραυματίες. Στη νατοϊκή εισβολή στο Ιράκ, η χώρα μας έστειλε μία φρεγάτα. Στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας, η χώρα μας έδωσε τεχνική υποστήριξη, επέτρεψε την χρήση των αεροδρομίων της για ανεφοδιασμό αεροσκαφών και το Ελληνικό Ναυτικό βοήθησε με υποστήριξη ραντάρ. Η χώρα μας συμμετείχε επίσης και σε πλήθος άλλων αποστολών του ΝΑΤΟ, που ονομάστηκαν ειρηνευτικές, ενώ στην πραγματικότητα ήταν οι ενισχύσεις του στρατού κατοχής άλλων χωρών, όπως έγινε στη  Σομαλία και στο Αφγανιστάν. Πάντα στη σωστή πλευρά της Ιστορίας

Αλλά και πριν από το ΝΑΤΟ, η χώρα μας ήταν καλά εκπαιδευμένη στο να υπακούει στις εντολές των αφεντικών της. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο που τα πρώτα κόμματα που δημιουργήθηκαν πριν ακόμη από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, ονομάστηκαν «αγγλικό», «γαλλικό» και «ρωσικό». Από τότε κιόλας ξεκινά η μακρά πορεία της υποτελούς πρόσδεσης της χώρας μας στα άρματα των ισχυρών

Με αφορμή την πρόσφατη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την αποστολή στρατιωτικού υλικού από τη χώρα μας στην αμυνόμενη χώρα με το μότο πως  «Η  Ελλάδα είναι πάντα στη σωστή πλευρά της Ιστορίας», θυμηθήκαμε μια από τις περιπτώσεις όπου η χώρα μας σαφώς και δεν ήταν στη σωστή πλευρά της Ιστορίας και αυτό το πλήρωσε πολύ ακριβά. Μιλάμε για την ελληνική εκστρατεία στην Κριμαία, όπου στάλθηκαν 23.000 Έλληνες στρατιώτες να πολεμήσουν υπό γαλλική διοίκηση ενάντια στην επανάσταση των Μπολσεβίκων. Μια εκστρατεία που, πέρα από την παταγώδη στρατιωτική αποτυχία της, άφησε πίσω 400 νεκρούς και 650 τραυματίες, προξένησε τεράστια ζημιά στην ανθούσα ελληνική παροικία της περιοχής και επηρέασε αρνητικά την τελική έκβαση της Μικρασιατικής εκστρατείας

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή:


Οι Μπολσεβίκοι του Λένιν μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, επείγονται να κλείσουν άμεσα όλα τα πολεμικά μέτωπα. Προχωρούν έτσι,  σε  ανακωχή με τη Γερμανία, μέλος της Τριπλής Συμμαχίας των κεντροευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, της Οθωμανικής και της Βουλγαρίας.

Με τη συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ (Μάρτιος 1918) την οποία επιβάλλει η Γερμανία του Κάιζερ Γουλιέλμου Β΄ στη "μπολσεβίκικη Ρωσία" του Λένιν, αναγνωρίζεται η ανεξαρτησία της Φινλανδίας και χωρών της Βαλτικής, η ίδρυση της Ουκρανίας, η ανεξαρτησία της Γεωργίας, καθώς και η παραχώρηση μέρους της Αρμενίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.


3 Μαρτίου 1918. Συνθήκη του Μπρεστ- Λιτόφσκ

Παράλληλα, με τη συνθήκη αυτή η Γερμανία πετυχαίνει να διασπάσει τον αποκλεισμό των Συμμάχων της Αντάντ και να εκμεταλλεύεται πλήρως τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους της άλλοτε τσαρικής Ρωσίας (σιτάρι της Ουκρανίας, πετρέλαια της Κασπίας, μετάλλευμα, αλλά  και άλλα).

Την ίδια περίοδο, στην Ουκρανία  αναδεικνύεται άλλη, λαϊκή κυβέρνηση, των Πετλιουριανών. Αυτοί είναι εχθροί τόσο των Γερμανών όσο και των Μπολσεβίκων. Δημιουργείται έτσι ένα χάος που αναγκάζει τη Γερμανία να διατηρήσει στην περιοχή της Ουκρανίας πέντε μεραρχίες για την τήρηση της τάξης. Έτσι, όλη η Ουκρανία γίνεται γερμανικό προτεκτοράτο.

Παρόλα αυτά, με τη συνθήκη Μπρεστ-Λιτόφσκ, η Γερμανία μπορεί να αποδεσμεύσει τόσο από το Ανατολικό Μέτωπο, όσο και από εκείνο της Βαλκανικής, σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις για το Δυτικό Μέτωπο.

Εν τω μεταξύ, ο ρωσικός εμφύλιος πόλεμος δεν αργεί να  ανάψει σε όλες τις περιοχές, από την Ουκρανία μέχρι τη Βαλτική στα βόρεια, και τη Σιβηρία στα ανατολικά. Το πιο χαοτικό και τραγικό μαζί είναι πως οι Πολωνοί, Ουκρανοί και Ρώσοι δεν μάχονται μόνο τους Μπολσεβίκους αλλά και αναμεταξύ τους.

Το χάος αρχίζει να διαφαίνεται ήδη από την ημέρα υπογραφής της ανακωχής του Μπρεστ – Λιτόφσκ, όταν τρεις Ρώσοι στρατηγοί, οι Μιχαήλ Αλεξέγιεφ, Λαβρέντι  Κορνίλοβ και Αντόν Ντενίκιν ακολουθούμενοι από πιστούς τους Κοζάκους, ξεκινούν την αντεπανάσταση στην περιοχή του Ντον, βορειοανατολικά της Κριμαίας, με σκοπό την καταστολή των Μπολσεβίκων, τη διατήρηση της ενιαίας Ρωσίας και τη συνέχιση του συμμαχικού πολέμου κατά των Γερμανών.

Οι Άγγλοι και οι Γάλλοι θέλοντας τη διάλυση των Μπολσεβίκων προκειμένου η Ρωσία να επανέλθει στη συμμαχία και να ανασυσταθεί το Ανατολικό Μέτωπο, αρχίζουν να εφοδιάζουν με όπλα και πυρομαχικά τον στρατό του στρατηγού Αντόν Ντενίκιν, που δρα στη νότια Ρωσία. Εξοπλίζουν περαιτέρω και τον στρατό του Αλεξάντρ Κολτσάκ, που δρα στη Σιβηρία. Τελικά η Γαλλία αποφασίζει να στείλει εκστρατευτικό σώμα, με συμμετοχή και ελληνικού τμήματος, προς βοήθεια των δυνάμεων του Ντενίκιν.

 

Η αποστολή 2 μεραρχιών στην Κριμαία και η τύχη της εκστρατείας


Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επιθεωρεί το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα


Ο Βενιζέλος, μόλις πληροφορείται την πρόθεση του πρωθυπουργού Κλεμανσώ (27/10/18) για την εκστρατεία της Κριμαίας (παρά την εκπεφρασμένη αντίθεση του στρατηγού Ντ’ Εσπεραί), σπεύδει  αμέσως να χαιρετήσει την ιδέα,  προσφέροντας μάλιστα στη διάθεση των Γάλλων, αρχικά, ολόκληρη δύναμη Σώματος Στρατού, δηλαδή τρεις μεραρχίες. Ο Βενιζέλος προσφέρει, έτσι, μεγαλύτερη δύναμη από εκείνη με την οποία εκστρατεύουν οι Γάλλοι. Οι αντιμπολσεβικικές δυνάμεις αποτελούνται από μία πολωνική μεραρχία που βρίσκεται ήδη στην Οδησσό, το ελληνικό Α΄ Σώμα Στρατού (που συγκροτείται τελικά από δύο μεραρχίες,  αντί τριών που αρχικά είχε σχεδιαστεί, και τμήματα του αντιμπολσεβικού στρατού του Ντενίκιν, που βρίσκονται ήδη στις περιοχές της Οδησσού και της Κριμαίας. Σε αυτούς, προστίθενται δύο γαλλικές μεραρχίες που στέλνονται  στην Οδησσό από την Ρουμανία.

Είναι χαρακτηριστικό πως από το σύνολο των 70.000 χιλιάδων συμμαχικών δυνάμεων στην Κριμαία, οι 23.351 είναι Έλληνες

Όταν όμως ξεκινούν οι επιχειρήσεις, οι παραπάνω δύο γαλλικές μεραρχίες είναι ήδη «αποσκελετωμένες». 15 ημέρες πριν  και με δεδομένη την ελληνική συμμετοχή, έχει αρχίσει η αποστράτευση των Γάλλων στρατιωτών και η παράδοση του οπλισμού τους. Έτσι η δύναμή τους έχει περιοριστεί συνολικά σε 12 τάγματα με 30 τουφέκια κατά λόχο. Με αποτέλεσμα, η σημαντικότερη και ουσιαστικά η κύρια χερσαία δύναμη που διαθέτει ο επικεφαλής της εκστρατείας, στρατηγός Ντ' Ανσέλμ, είναι οι δύο ελληνικές μεραρχίες του Α΄ Σώματος Στρατού

Στις 3 Ιανουαρίου (ή 16 Ιανουαρίου με το Γρηγοριανό ημερολόγιο) του 1919 αποπλέουν από την Σκάλα Σταυρού της Χαλκιδικής, τα ατμόπλοια «Τίγρης» και «Νορμανδία» με  το 34ο Σύνταγμα Πεζικού και διοικητή τον μακεδονομάχο συνταγματάρχη Χρήστο Τσολακόπουλο (ή Ρέμπελο).

Στις 5 Ιανουαρίου (ή 18 Ιανουαρίου με το Γρηγοριανό ημερολόγιο) τα πλοία αγκυροβολούν στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης. Τα ήδη προσορμισμένα εκεί,  ελληνικά πολεμικά Θ/Κ Αβέρωφ και "Α/Τ Κεραυνός" αποδίδουν τιμές με κανονιοβολισμούς, μεγάλο σημαιοστολισμό και ανάκρουση του εθνικού ύμνου, ενώ πλήθος ομογενών συνωθείται στην παραλία ξεσπώντας σε ζητωκραυγές.

Όταν το ζητωκραυγάζον πλήθος μαθαίνει τον τελικό προορισμό της μεταφερόμενης δύναμης, απογοητεύεται και σιωπά. Κάποιοι αξιωματικοί μόνο αποβιβάζονται στην Πόλη και επισκέπτονται την Αγιά Σοφιά και το Πατριαρχείο, όπου τους υποδέχεται ο τότε τοποτηρητής του πατριαρχικού θρόνου, μητροπολίτης Προύσας Δωρόθεος.

Το βράδυ ξεκινούν για την Οδησσό, όπου φτάνουν το πρωί της 7ης Ιανουαρίου (20 Ιανουαρίου με το νέο ημερολόγιο)


Έλληνες φαντάροι στην Οδησσό

Η προχειρότητα της αποστολής είναι εμφανής παντού. Καμία προετοιμασία υποδοχής, επισιτισμού, αποθήκευσης υλικών, διαμονής του στρατού. Το μόνο που δεν λείπει είναι οι πανηγυρικοί της ημέρας

Τα τμήματα του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος, με την άφιξη τους στη Κριμαία, τίθενται υπό τις διαταγές των επί τόπου Γάλλων διοικητών και διασκορπίζονται σε μικρότερες μονάδες, χωρίς μεταξύ τους συνοχή

Πριν τα όπλα, οι μπολσεβίκοι υποδέχονται το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα με προπαγανδιστικά φυλλάδια και προκηρύξεις:  «Έλληνες αξιωματικοί και οπλίτες! Δεν γνωρίζομεν να εγένετο καμιά εχθρική πράξις εκ μέρους του ρωσικού λαού εναντίον της χώρας σας. Γνωρίζομεν όμως ότι η Ελλάδα είναι κοιτίς της δημοκρατίας. Ο ρωσικός λαός εδιδάχθη από τας δημοκρατικάς ιδέας της αρχαίας Ελλάδος, εξηγήρθη κατά των τυράννων του και όχι μόνον ανέτρεψε το δεσποτικόν μοναρχικόν καθεστώς του τσάρου, άλλα και ίδρυσε νέαν πολιτείαν στηριζόμενην όχι μόνον στην πολιτικήν ισότητα, άλλα και την κοινωνικήν και οικονομικήν. Σας καλούμε να μην προδώσετε τας παραδόσεις σας και σας προειδοποιούμεν ότι εάν πολεμήσετε εναντίον μας, θα είναι σκληρή η τιμωρία σας».

Μία προκήρυξη, γραμμένη τον Ιούνη 1919 από την Ελληνική Κομμουνιστική Ομάδα Οδησσού, απευθύνεται στους Ελληνες στρατιώτες της επέμβασης και γράφει:

«Η νίκη των πολλών εναντίων των ολίγων είναι εξασφαλισμένη, αρκεί καθένας να κάμει το καθήκον του.

Αδέλφια!

Τα όπλα που κρατείτε στα χέρια σας μεταχειρισθήτε τα προς σωτηρίαν ειδικήν σας και των αδελφών σας και εναντίον του κοινού εχθρού όλων.

Αδέλφια!

Κάτω τα όπλα αν πρόκειται να μολυνθούν με αδελφικό αίμα. Ενωθείτε μαζί μας και με τον κόκκινο στρατό της επαναστατικής Ρωσία, που πολεμάει για την απελευθέρωσιν όλων των λαών του κόσμου.

Αν δεν θέλετε να λάβετε μέρος σ' αυτό το ηρωικό ένδοξο έργον τουλάχιστο μη βοηθήτε τους εχθρούς μας, εχθρούς όλων των εργατών.

Φύγετε στην πατρίδα και αφήστε μας μονάχους να κάμωμε το καθήκον και για σας.

Ζήτω η παγκόσμιος επανάστασις!

Ζήτω η διεθνής συναδέλφωσις της ανθρωπότητος!

Ζήτω ο παγκόσμιος κομμουνισμός!

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΟΜΑΣ ΟΔΗΣΣΟΥ»


Η δράση των Ελλήνων στρατιωτών

Κατά τη σύντομη παραμονή του στην Κριμαία, ο ελληνικός στρατός δρα ως στρατός κατοχής σε πέντε πόλεις (Οδησσός, Χερσώνα, Νικολάγεφ, Σεβαστούπολη, Συμφερούπολη) και αρκετά χωριά της ενδοχώρας. Οι πιο προωθημένες μονάδες του ελληνικού στρατού φτάνουν σιδηροδρομικά μέχρι την Μπερεζόφκα, 90 χιλιόμετρα βορείως της Οδησσού




Ως δύναμη κατοχής, επιβάλλεται με ωμή τρομοκρατία στον ντόπιο πληθυσμό: ο ελληνικός στρατός, εξηγεί ο Νεόκοσμος Γρηγοριάδης, ένας από τους Έλληνες αξιωματικούς που συμμετείχαν στην Κριμαϊκή εκστρατεία, «επιβάλλει τέτοιο σωτήριο φόβο και σεβασμό στον όχλο, που του κόβει κάθε όρεξι για στάσεις». Αυτή είναι άλλωστε η δουλειά του: «Μέσα στην πόλι στέλλουμε τμήματα κάτω στο λιμάνι στα εργατικά κέντρα και πιάνουμε επικινδύνους Μπολσεβίκους»  γράφει χαρακτηριστικά ο ανθυπολοχαγός Γιάγκος Δραγούμης

Για τη στάση των ντόπιων, εντυπωσιακή είναι η μαρτυρία του στρατιώτη Χρήστου Καραγιάννη, όπως την κατέγραψε και την διέδωσε στο «Ημερολόγιον 1918-1922» που κυκλοφόρησε το 1976

«Είναι πράγματι καλοί άνθρωποι και σαν μας βλέπουν να κάνουμε το σημείο του σταυρού ακόμη ενθουσιάζονται. Αλλά το φρόνημά τους το εκδηλώνουν όλοι και τα παιδιά τους ακόμη. Τους προτείνουμε το όπλο με την ξιφολόγχη κατάστηθα φοβερίζοντάς τους μικρούς τε και μεγάλους για να αρνηθούν το φρόνημά τους. Αλλά αδύνατον. Δεν δειλιάζουνε παρά ξεκουμπώνουν τα στήθια τους με ηρεμία και λένε: Σκοτώστε μας, δεν αρνιούμαστε πως είμαστε Μπολσεβίκοι. Κατόπιν μας λένε: Ντάι μι ρούκι, δηλαδή μας ζητούν το χέρι μας, εξετάζουν την παλάμη και μας δείχνουν το σκληρό δέρμα και τη ρόζα που διακρίνεται στα δουλεμένα χέρια μας» 

Ενδεικτικές για τη βαρβαρότητα και την κτηνωδία με την οποία συμπεριφέρονται τα ελληνικά στρατεύματα κατοχής είναι οι περιγραφές ενός εύζωνα, του Χρήστου Αλεξόπουλου, όπως αυτές καταγράφηκαν στο «Ημερολόγιο του εύζωνα Χρήστου Αλεξόπουλου» (Καβάλα 2011)

 «Πιάνομιν 15 από να χωργίον πολίτες κι στον λόχον τους πιγέναμι. Τους δέρνομι! Ξύλο πολύ τους ρίχνομι για να μαρτιρίσουνε εάν υπάρχων μπολσοβίκι μέσα σ’ ικίνα τα χωργιά. Κανής δεν μαρτίραγι! Τους γδέναμι, τους δέναμι καλά τα χέρια τους κι τους βγέναμι κι τους ντοφικέγαμι έναν-έναν στον αγέραν, για να μαρτηρίσουν! Αφόσον όσα ξέραμι τους κάναμι κανές δεν μαρτυρούσε, τους πέρναμι στην φιλακίν, τους στήλαμι στων Οδισόν» 

Ο ίδιος μας πληροφορεί ότι στη Λιζίνκα, κωμόπολη που είχε αντισταθεί στους Γάλλους, ο ταγματάρχης Λεωνίδας Σπαής δίνει στους άντρες του «το ελέφτερο να κάνουν ό,τι μπορέσουν»· ακολούθησε άγρια λεηλασία, διανθισμένη με βιασμούς: «Οτη τον κοστάριζι [=γουστάριζε] τον κάθη εύζωναν έπιρνεν. [...] Οτη βρίσκαν τα τρόγαν! Ρούβλια κιρίος μαζέβαν υ ευζώνη, μικρά πράγματα. Αλι τες δεσπινήδες παλέβαν, τες πιάναν από τα βζιά! Εγινε τέλος μέσα σι κίνην την πόλιν μιγάλιν παραλυσίαν» 

Η κορύφωση της εκστρατείας για το ελληνικό σώμα έρχεται με τη μάχη της Χερσώνας, όταν 843 Έλληνες και 120 Γάλλοι στρατιώτες αντιμετωπίζουν επί οκταήμερο (17-24/2) τους μαχητές του Γκριγκόριεφ και τον εξεγερμένο ντόπιο πληθυσμό.

Σε τηλεγραφικό διάλογο που έχει ο Γκριγκόριεφ με τον υπολοχαγό Ηλία Μαθιό, ο Γριγκόριεφ αναρωτιέται ρητορικά τι γυρεύουν οι Ελληνες σε ξένη χώρα, όταν έχουν πίσω τους τόσους αγώνες για τη δική τους ελευθερία. Η απάντηση που παίρνει από τον δικό μας είναι πως ο ίδιος δεν είναι αρμόδιος να συζητήσει επ’ αυτού, καθώς «δεν γνωρίζει να κάμη τίποτε άλλο ή να εκτελή τας διαταγάς που λαμβάνη».

Στη μάχη της Χερσώνας, οι μισοί τουλάχιστον από τους ντόπιους ρίχνονται στη μάχη εναντίον των Ελλήνων εισβολέων με «πελέκεις, σφύρας και δρέπανα», όπως γράφει ο Πέτρος Καρακασσώνης, δεύτερος διοικητή του 34ου Συντάγματος στην Ουκρανία, στην «Ιστορία της εις Ουκρανίαν και Κριμαίαν υπερποντίου εκστρατείας τω 1919» (Εν Αθήναις 1933, Τύποις Α.Θ. Λαμπρόπουλου).

Ακόμη διαφωτιστικότερος ο ιεροκήρυκας Παντελεήμων Φωστίνης, στρατιωτικός ιερέας του 34ου Συντάγματος και μετέπειτα μητροπολίτης Ενόπλων Δυνάμεων, όπως γράφει στο «Ο ελληνικός στρατός στη Ρωσσία» (Πειραιάς 1988, εκδ. Αθως).

Η εκστρατεία των Ελλήνων λήγει άδοξα με την πανικόβλητη φυγή των κατοχικών στρατευμάτων, που χώνονται κακήν κακώς στα συμμαχικά πλοία εγκαταλείποντας  «άπαν το πάσης φύσεως υλικόν» τους:  πυροβόλα, πολυβόλα, αποσκευές αξιωματικών, κλινοσκεπάσματα, μαγειρικά σκεύη και αμάξια, αφού πρώτα σκοτώνουν ό,τι πρόλαβαν από τα μεταγωγικά ζώα τους. «Η υποχώρησις της φρουράς εξετελέσθη μετά θαυμαστής κανονικότητος και ασφαλείας», γράφει ο Καρακασσώνης, με μόνη παράπλευρη απώλεια όσους «φιλησύχους κατοίκους» θέλησαν επίσης να εγκαταλείψουν την πόλη, αλλά κατά λάθος μετατράπηκαν «εις μάζας αμόρφους» από τα  «υπερμεγέθη βλήματα»  των παρακείμενων γαλλικών αντιτορπιλικών

Αποκαλυπτικό για το ηθικό του ελληνικού στρατού είναι το παρακάτω περιστατικό που διασώζεται σε τουλάχιστον δύο εκδοχές. Βρισκόμαστε στις 6/3/1919, το μέτωπο της Μπερεζόφκα έχει καταρρεύσει και τα συντρίμμια της 2ης ελληνικής μεραρχίας υποχωρούν πανικόβλητα μπροστά στην προέλαση του Κόκκινου Στρατού.

Ο πρώτος αφηγητής του περιστατικού, έφεδρος ανθυπολοχαγός Γιάγκος Δραγούμης, κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση με το τρένο των ενισχύσεων και τον διοικητή του -μετέπειτα αντιβασιλιά- Γεώργιο Κονδύλη, με τον οποίο γλεντούσε πριν από λίγες ώρες σε ρεστοράν της Οδησσού: 

«Διακρίνουμε τα πρώτα τμήματα των δικών μας που υποχωρούν. Ο συνταγματάρχης έχει ανοίξει το παράθυρο του τραίνου, προχωρούμε πολύ σιγά. Ένα τμήμα περνά κοντά μας. Διατάσσει να σταματήσουν μια φορά, δυο φορές, και τρίτη φορά. Τίποτε. Αυτοί το δρόμο τους. Τον βλέπω και σηκώνει το πιστόλι του, μια εκπυρσοκρότησι αντηχεί, βλέπω ένα στρατιώτη κοντά μου, προχωρεί τέσσαρα βήματα σα να μην έχει τίποτε, και έξαφνα σωριάζεται κάτω νεκρός επάνω σε κάτι τραβέρσες παλιές κοντά στη γραμμή. Το δράμα δεν εβάσταξε τρία δευτερόλεπτα. Το μάθημα μάλλον για τους δικούς μας στρατιώτες, διότι οι άλλοι έχουν χάσει εντελώς το ηθικό τους. Τραβούν για την Οδησσό χωρίς καμιά βία με το κεφάλι κάτω, μπουλούκια μπουλούκια. Δεν έχουμε καιρό να τους σταματήσουμε, πρέπει να τραβήξουμε μπροστά. Από στιγμή σε στιγμή μπορεί να ανταμώσουμε τον εχθρό. Το επεισόδιον του σκοτωμένου στρατιώτου μας με έχει παγώσει. Το ξενύχτι, η πείνα και η συγκίνησις αυτή η τελευταία μου έχουν φέρει μια τρομερή διάθεσι για εμετό. Ευτυχώς βρίσκω λίγο κονιάκ, το οποίον πίνω και μου περνάει λιγάκι» 

Αρκετά διαφορετικά περιγράφει το ίδιο συμβάν στο ημερολόγιό του ο στρατιώτης Χρήστος Καραγιάννης: 

«Ο διοικητής μας σταμάτησε την αμαξοστοιχία και διέταξε τις ομάδες που συναντούσαμε να γυρίσουν πίσω φωνάζοντάς τους Προδότες της Πατρίδας πίσω πίσω. Πυροβολούσε δε διά του περιστρόφου του. Πολλοί απ’ αυτούς ήρθαν και ανέβηκαν στο τραίνο. [...] Ένας απ’ αυτούς, μη αντιληφθείς τον διοικητή μας που στεκόταν πλησίον μας, μάς είπε την αλήθεια: 
− Πού πηγαίνετε βρε αδέρφια, καλύτερα μην πάτε στο μέτωπο γιατί οι Μπολσεβίκοι είναι πάρα πολλοί και είμαστε και είσαστε χαμένοι. 

Τότε ο διοικητής οργισμένος βγάζει το περίστροφό του και σκότωσε το παληκάρι μπροστά στα μάτια όλων μας. Κρίμα. Αυτός είναι ο Γεώργιος Κονδύλης. Κι ένας ανόητος ανθυπασπιστής του εκ του λόχου πυροβολεί και κείνος κατά των υποχωρούντων ανδρών. Τότε πολλοί απ’ αυτούς που έφεραν πλήρη τον οπλισμό τους έπεσαν κι έστρεψαν τις κάννες τους κατά πάνω μας. Τώρα φωνάζουμε όλοι μαζύ − Μη ρε παιδιά, μη. Ευτυχώς δεν τράβηξαν τη σκανδάλη να μας ξαπλώσουν όλους κάτω. Το τραίνο ευτυχώς έφυγε και σταμάτησε το κακό» 


Έλληνες ναύτες στη Σεβαστούπολη το 1919

Η κατάσταση γίνεται δύσκολη και στη Σεβαστούπολη. Με τις πρώτες κανονιές του Κόκκινου Στρατού (2/4), αφηγείται ο Γρηγοριάδης, «οι Μπολσεβίκοι μέσα στασιάζουν. Σχεδόν από κάθε σπίτι μάς τουφεκούν με τουφέκια και πολυβόλα».

Για την καταστολή τους επιστρατεύεται η συνήθης μεθοδολογία των κατοχικών στρατευμάτων: «Τρία σπίτια πέφτουν από τρεις οβίδες που τα βρήκαν κατακέφαλα. Η γύρω συνοικία ησυχάζει» 

Μετά το μάθημα της Χερσώνας και την πολιορκημένη Σεβαστούπολη στο χείλος του λιμού μετά την κατάληψη της σιτοπαραγωγού ενδοχώρας από τους «Ερυθρούς», η ελληνογαλλική φρουρά διαπραγματεύεται την αναίμακτη αποχώρησή της. Για τον ίδιο λόγο έχει άλλωστε ήδη εκκενωθεί και η Οδησσός (25/3).


25 Μαρτίου 1919. Είσοδος του Κόκκινου Στρατού στην Οδησσό, μετά την εκδίωξη των ελληνογαλλικών κατοχικών στρατευμάτων.


Οι πολεμικές επιχειρήσεις στα τρία κύρια μέτωπα (Μπερεζόφκα, Νικολάγιεφ, Χερσώνα) κρατούν μέχρι τον Απρίλιο του 1919. Οι Μπολσεβίκοι τελικά επικρατούν και στις 17 Απριλίου κηρύσσεται ανακωχή που έχει δεκαήμερη διάρκεια και λήγει στις 27 Απριλίου. Κατά το διάστημα αυτό αποφασίζεται  η εκκένωση της Κριμαίας και η μεταφορά όλου του συμμαχικού υλικού στην Κωνσταντινούπολη.

 

Η γαλλική ανταρσία

«Οι Έλληνες στρατιώται και ναύται δύνανται να είναι σήμερον υπερήφανοι ότι είναι Έλληνες»

Η φράση εντός εισαγωγικών ανήκει στον Άγγλο ναύαρχο Κάλθορπ (Somerset Gough-Calthorpe), τον ναύαρχο της συνθήκης του Μούδρου και διατυπώνεται σε συγχαρητήριο τηλεγράφημά του προς την ελληνική κυβέρνηση μετά την άφιξη του στο λιμάνι της Σεβαστούπολης, προκειμένου να σταματήσει τη λεγόμενη «γαλλική ανταρσία». Τι ήταν όμως η «γαλλική ανταρσία» και προς τι τα συγχαρητήρια του ναυάρχου προς την ελληνική κυβέρνηση για τους στρατιώτες και τους ναύτες της;

Σχεδόν μία εβδομάδα πριν την εκκένωση της Κριμαίας, στις 19 Απριλίου 1919, Γάλλοι ναύτες θωρηκτών που βρίσκονται στο λιμάνι της Σεβαστούπολης, στασιάζουν και βγαίνοντας στην ξηρά ενώνονται με πλήθη κομμουνιστών κατοίκων. Κρατώντας κόκκινες σημαίες, ενωμένοι και με μπολσεβίκους, βρίσκονται στους δρόμους φωνάζοντας «Ζήτω οι Μπολσεβίκοι!».

Όταν φτάνουν μπροστά στο σημείο που στρατοπέδευε ο  10ος λόχος ελληνικού συντάγματος, οι Γάλλοι αποδοκιμάζουν τους Έλληνες στρατιώτες, προκαλώντας τους με υβριστικές φράσεις. Ο διοικητής του λόχου ενημερώνει σχετικά και ζητά από τον Γάλλο φρούραρχο ντε Βιλεπέν οδηγίες για το τι να πράξει. Ο Βιλεπέν, αντί να καλέσει γαλλικό απόσπασμα, δίνει εντολή στον ελληνικό λόχο να προβεί αυτός στις αναγκαίες ενέργειες για τη διάλυση των διαδηλωτών και την επιβολή της τάξης, κάνοντας ακόμα και χρήση όπλων, αν χρειαστεί. Ο διοικητής του λόχου διατάζει τους άνδρες του να βγουν στους δρόμους και να πυροβολούν στον αέρα  για να διαλύσουν τους διαδηλωτές. Οι Γάλλοι στασιαστές φοβούνται πως οι πυροβολισμοί πέφτουν «στο ψαχνό» και αρχίζουν να πυροβολούν κατά των Ελλήνων στρατιωτών. Ο διοικητής διατάζει το λόχο να ανταποδώσει. Από τα πυρά σκοτώνονται πέντε πολίτες και τραυματίζονται τρεις Γάλλοι ναύτες.


Γαλλικά και ελληνικά πολεμικά πλοία στην Οδησσό (1919)


Το πλήθος διασκορπίζεται, αλλά ο τραυματισμός των Γάλλων ναυτών εξαγριώνει τα πληρώματα των γαλλικών θωρηκτών. Αρχίζουν να απειλούν το βομβαρδισμό των ελληνικών πλοίων και των ελληνικών θέσεων στην ξηρά. Τρία αγγλικά αντιτορπιλικά που βρίσκονται έξω από το λιμάνι διατάσσονται, από τον Άγγλο συνταγματάρχη Smythe, να παρεμβληθούν ανάμεσα στα ελληνικά και τα γαλλικά, ενώ παράλληλα ζητείται η άμεση αποστολή αγγλικών θωρηκτών από την Κωνσταντινούπολη. Την επόμενη μέρα, φτάνουν 4 θωρηκτά υπό τον ναύαρχο Κάλθορπ, των οποίων η παρουσία παύει τις εχθροπραξίες.

 

Οι επιπτώσεις της ελληνικής εκστρατείας

 

Δύο μήνες μετά την ανακωχή,  οι Μπολσεβίκοι, ως αντίποινα, αρχίζουν τους διωγμούς και τις δολοφονίες Ελλήνων της περιοχής. Οι Έλληνες εγκαταλείπουν την περιοχή που ιστορικά αποτελούσε χώρο άνθησης του ελληνικού εμπορίου, αλλά και το ελληνικού πνεύματος. Εγκαταλείπουν την περιοχή μετά από 2.800 χρόνια (από τον 8ο αιώνα π.Χ.). Τεράστιο κύμα προσφύγων αρχίζει να φθάνει στην Ελλάδα. Χαρακτηριστική είναι η άρνηση των συμμάχων Άγγλων και Γάλλων  για την αποβίβασή τους στην Κωνσταντινούπολη που ήταν ο αρχικός προορισμός τους.

Στους πρώτους δύο μήνες μετά την ανακωχή και την αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων, 103 Έλληνες, ρωσικής υπηκοότητας, τουφεκίστηκαν, μεταξύ των οποίων ο επιφανής Αμπατιέλος, με διάφορα προσχήματα

Η κατεστραμμένη παροικία της Οδησσού χρειάστηκε να ζητήσει από την Ολλανδία  να μεριμνήσει για την  επάνοδο των απόρων Ελλήνων στην Ελλάδα. Η Ελλάδα δεν διέθετε πια ούτε πρόξενο. Στις ελληνικές παροικίες του Κιέβου, Χερσώνας και Νικολάγιεφ, όπου ήταν η έδρα του πάλαι ποτέ ελληνικού προξενείου σημειώνονται μεγάλες αρπαγές. Επιφανείς κάποτε Έλληνες έχουν καταντήσει άποροι, ελπίζοντας στο έλεος άλλων πρεσβειών και διπλωματών για να τους ανακουφίσουν και να τους βοηθήσουν να φύγουν για να γλιτώσουν τη ζωή τους. Η Ελλάδα, τραγικά απούσα. 

Τα νέα φτάνουν στην ελληνική ειδησεογραφία, τρεις μήνες αργότερα, όταν ήδη έχει ξεκινήσει η Μικρασιατική εκστρατεία με την απόβαση στην Σμύρνη. Το ήθελαν οι Έλληνες, μα πιο πολύ απ’ όλους το ήθελε η Αγγλία αφού ο Τσώρτσιλ είχε ήδη εκτιμήσει πως χρειάζεται δύναμη 600.000 ανδρών για να ελέγξει την περιοχή που οδηγεί στα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής.

Οι εναπομείναντες φαντάροι από την εκστρατεία της Κριμαίας οδηγούνται στη Σμύρνη, ηττημένοι και κουρασμένοι. Παράλληλα, οι Μπολσεβίκοι βοηθούν υλικά τον Κεμάλ Ατατούρκ στην αντεπίθεσή του.

Έγκλημα και Τιμωρία, όπως θα έλεγε και ο Ντοστογιέφσκι.


Πηγές

https://atticavoice.gr/istoria/fakelos-1922/item/3972-i-krimaia-ena-akrivo-antallagma-gia-mia-apotyximeni-ekstrateia

https://www.efsyn.gr/arheio/fantasma-tis-istorias/191245_o-stratos-mas-poy-pige-stin-krimaia

https://tvxs.gr/news/istoria/apo-tin-krimaia-stin-korea-mexri-saxel

https://www.rizospastis.gr/story.do?id=7870571

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου